27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2016
ΡΩΣΙΑ
Προειδοποίηση προς τα Κεντρικά Γραφεία των Μαρτύρων στη Ρωσία Απειλεί τη Θρησκευτική Ελευθερία
Οι ρωσικές αρχές έκαναν ακόμη μία προκλητική ενέργεια στα πλαίσια μιας επιθετικής εκστρατείας κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά, η οποία έχει την υποστήριξη της κυβέρνησης. Η Γενική Εισαγγελία απειλεί να κλείσει το Διοικητικό Κέντρο των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Ρωσία για υποτιθέμενη «εξτρεμιστική δραστηριότητα». Μέσω μιας προειδοποιητικής επιστολής με ημερομηνία 2 Μαρτίου 2016, ο Αναπληρωτής Γενικός Εισαγγελέας Β. Γ. Γκριν απαίτησε από το Διοικητικό Κέντρο να απαλείψει όλες τις «παραβιάσεις» εντός δύο μηνών.
Μέσω αυτής της προειδοποίησης, η Ρωσία εντείνει περαιτέρω την προσπάθειά της να θέσει στο περιθώριο τους Μάρτυρες και να περιορίσει τη θρησκευτική τους ελευθερία. Αν οδηγηθεί σε διάλυση, το Διοικητικό Κέντρο θα κλείσει, θα ενταχθεί στον ομοσπονδιακό κατάλογο των εξτρεμιστικών οργανώσεων, και τα περιουσιακά του στοιχεία θα περάσουν στη δικαιοδοσία του Κράτους. Εφόσον όλα τα θρησκευτικά σωματεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά—406 τοπικές θρησκευτικές οργανώσεις (νομικά πρόσωπα) και πάνω από 2.500 εκκλησίες—υπάγονται στο Διοικητικό Κέντρο, είναι πιθανό να διαλυθούν και αυτά. Ως αποτέλεσμα, οι Μάρτυρες σε ολόκληρη τη Ρωσία θα μπορούσαν να χάσουν τις Αίθουσες Βασιλείας τους (οίκοι λατρείας). Κατά συνέπεια, η διάλυση του Διοικητικού Κέντρου θα μπορούσε να στερήσει από τους Μάρτυρες το δικαίωμα να ασκούν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.
Η συστηματική επίθεση της Ρωσίας κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά στηρίζεται σε κατασκευασμένα στοιχεία και σε επί τούτου εσφαλμένη εφαρμογή του Ομοσπονδιακού Νόμου για την Αντιμετώπιση της Εξτρεμιστικής Δράσης. Το 2015, η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εξέφρασε τις ανησυχίες της «για τις πολυάριθμες αναφορές που μαρτυρούν ότι ο νόμος [για την Εξτρεμιστική Δράση] χρησιμοποιείται όλο και συχνότερα για να περιορίσει την ελευθερία έκφρασης . . . και τη θρησκευτική ελευθερία, στοχεύοντας, μεταξύ άλλων, στους Μάρτυρες του Ιεχωβά». *
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι μια αναγνωρισμένη, διεθνής θρησκεία. Απολαμβάνουν θρησκευτική ελευθερία σε δημοκρατικές χώρες σε όλο τον κόσμο και σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ρωσία αποτελεί εξαίρεση. Η εκστρατεία της, που έχει βάλει στόχο την ειρηνική λατρεία των Μαρτύρων, έχει κλιμακωθεί μέσω διαδοχικών ενεργειών που ξεκίνησαν στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Αυτές οι προσπάθειες εντάθηκαν δραματικά αφότου η Ρωσία υιοθέτησε τη νομοθεσία περί εξτρεμισμού και τη χρησιμοποίησε καταχρηστικά ως κατασταλτικό μέσο.
Ο Ασαφής Ορισμός της Εξτρεμιστικής Δραστηριότητας Προετοιμάζει το Έδαφος για Κακομεταχείριση
Το 2002, η Ρωσία υιοθέτησε τον Ομοσπονδιακό Νόμο για την Αντιμετώπιση της Εξτρεμιστικής Δράσης ανταποκρινόμενη στους φόβους για τρομοκρατικές ενέργειες. Εξαρχής, όμως, ο ασαφής ορισμός της εξτρεμιστικής δραστηριότητας στον συγκεκριμένο νόμο ήγειρε ανησυχίες ότι οι Ρώσοι αξιωματούχοι θα μπορούσαν να τον εφαρμόσουν εσφαλμένα ως κατασταλτικό μέσο. Το 2003, η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα παρότρυνε τη Ρωσία να τροποποιήσει τον νόμο και να διασαφηνίσει τι ορίζεται ως εξτρεμιστική δραστηριότητα, προκειμένου να «αποκλείσει οποιαδήποτε πιθανότητα αυθαίρετης εφαρμογής». *
Αντί να αποσαφηνίζουν τον νόμο, οι αναθεωρήσεις που ακολούθησαν διεύρυναν την εφαρμογή του. Το 2012, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης παρατήρησε: «Στον αρχικό νόμο, ο εξτρεμισμός οριζόταν εν μέρει ως “υποδαύλιση κοινωνικής, φυλετικής, εθνικής ή θρησκευτικής διαμάχης, που σχετίζεται με βία ή υποκινεί σε βία”. Κατά την τροποποίηση του 2006 αφαιρέθηκε η φράση “που σχετίζεται με βία ή υποκινεί σε βία”. . . . Αυτός ο διφορούμενος ορισμός του “εξτρεμισμού” επιτρέπει σε όργανα επιβολής του νόμου να προχωρήσουν σε αυθαίρετες ενέργειες».
Οι φόβοι για κατάχρηση του νόμου αποδείχτηκαν βάσιμοι. Το 2007, η Γενική Εισαγγελία εκμεταλλεύτηκε τη διατύπωση του νόμου για να διενεργήσει έρευνες κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο Αναπληρωτής Γενικός Εισαγγελέας Β. Γ. Γκριν—ο οποίος υπέγραψε επίσης την πρόσφατη προειδοποίηση προς το Διοικητικό Κέντρο—εξέδωσε επίσημη επιστολή δίνοντας την οδηγία σε άλλους εισαγγελείς να διεξαγάγουν έρευνες για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η επιστολή αυτή ήταν η πρώτη ένδειξη ότι η εκστρατεία κατά των Μαρτύρων θα ήταν πανεθνική και με κεντρικό σχεδιασμό.
Παρ’ όλο που οι Μάρτυρες δεν συμμετέχουν σε εγκληματικές δραστηριότητες, εισαγγελείς σε ολόκληρη τη Ρωσία έχουν σφίξει τον κλοιό γύρω από αυτούς, διενεργώντας πάνω από 500 έρευνες εναντίον τους από το 2007. Η ίδια έκθεση της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης σημείωσε: «Ο Ομοσπονδιακός Νόμος “για την αντιμετώπιση των εξτρεμιστικών δραστηριοτήτων” (Νόμος Περί Εξτρεμισμού), ο οποίος υιοθετήθηκε το 2002, έχει χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά ως μέσο ενάντια στις δραστηριότητες ορισμένων θρησκειών και ιδίως των Μαρτύρων του Ιεχωβά, μιας μεγάλης κοινότητας 162.000 ατόμων στη Ρωσία. Η κατάχρηση αυτή έχει ενταθεί δραματικά μετά τις τροποποιήσεις στον νόμο το 2006». *
«Ο Ομοσπονδιακός Νόμος “για την αντιμετώπιση των εξτρεμιστικών δραστηριοτήτων” ... έχει χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά ως μέσο ενάντια στις δραστηριότητες ορισμένων θρησκειών και ιδίως των Μαρτύρων του Ιεχωβά».—Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης
Απαγόρευση Θρησκευτικών Εντύπων—Βάση για Μεγαλύτερη Καταπίεση
Πριν ακόμη βάλουν στο στόχαστρο το Διοικητικό Κέντρο, το οποίο βρίσκεται κοντά στην Αγία Πετρούπολη, οι αρχές επιβολής του νόμου επικεντρώθηκαν στα θρησκευτικά έντυπα των Μαρτύρων. Εισαγγελείς στο Ταγκανρόγκ και στο Γκόρνο-Αλτάισκ κατέθεσαν αιτήματα ενώπιον δικαστηρίων, ζητώντας να χαρακτηριστούν «εξτρεμιστικά» πολλά από τα έντυπα των Μαρτύρων και να ενταχθούν στον Ομοσπονδιακό Κατάλογο Εξτρεμιστικής Ύλης (ΟΚΕΥ).
Με βάση μελέτες υποτιθέμενων εμπειρογνωμόνων, τα δικαστήρια τόσο στο Ταγκανρόγκ όσο και στο Γκόρνο-Αλτάισκ αποφάνθηκαν υπέρ των εισαγγελέων το 2009 και το 2010. Έκτοτε, εκείνες οι δύο αποφάσεις, με τις οποίες απαγορεύτηκαν συνολικά 52 θρησκευτικά έντυπα, έχουν αποτελέσει τη βάση για τις περισσότερες από τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν κατά των Μαρτύρων. Οι αρχές σε άλλες περιοχές της χώρας ακολούθησαν την ίδια τακτική που εφαρμόστηκε στο Ταγκανρόγκ και στο Γκόρνο-Αλτάισκ. Μέχρι σήμερα, κατόπιν δικαστικής απόφασης, 87 έντυπα των Μαρτύρων έχουν ενταχθεί στον ΟΚΕΥ.
Οι Μάρτυρες προσέβαλαν τις αποφάσεις του Ταγκανρόγκ, του Γκόρνο-Αλτάισκ και όλων των άλλων ρωσικών δικαστηρίων που χαρακτήρισαν εξτρεμιστικά τα έντυπά τους. Έχουν καταθέσει 28 προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) που αφορούν κατηγορίες για εξτρεμισμό και συναφείς περιπτώσεις κακομεταχείρισης. Το ΕΔΔΑ αναμένεται να αποφανθεί σύντομα για 22 από αυτές. Καθώς η ρωσική κυβέρνηση υπερασπιζόταν τη θέση της ενώπιον του ΕΔΔΑ, παραδέχτηκε ότι αρκετά από τα έντυπα των Μαρτύρων που περιλαμβάνονται στον ΟΚΕΥ δεν «περιέχουν κάποια άμεση υποκίνηση σε βία ή υποδαύλιση βίας».
Η Ελευθερία Έκφρασης Δέχεται Επίθεση
Από τη στιγμή που οι ρωσικές αρχές πέτυχαν να χαρακτηριστούν τα έντυπα «εξτρεμιστικά» από τα δικαστήρια, διέθεταν τα «νόμιμα» μέσα για να εξαπολύσουν επιθέσεις εναντίον των Μαρτύρων και να περιορίσουν περαιτέρω το δικαίωμά τους στην ελευθερία έκφρασης.
Το 2010, οι αρχές ανακάλεσαν την άδεια που είχαν οι Μάρτυρες να εισάγουν και να διανέμουν τη Σκοπιά και το Ξύπνα! στη Ρωσία. Η Σκοπιά τυπώνεται από το 1879. Τα δύο αυτά έντυπα είναι τα πρώτα σε κυκλοφορία περιοδικά στον κόσμο.
Από τον Μάρτιο του 2015, οι αξιωματούχοι δεν επιτρέπουν να μπει στη χώρα οποιοδήποτε φορτίο με θρησκευτικά έντυπα που προέρχεται από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Από τον Ιούλιο του 2015, ο επίσημος ιστότοπος των Μαρτύρων, jw.org, έχει απαγορευτεί στη Ρωσία, καθιστώντας δύσκολο για οποιονδήποτε εντός της χώρας να κατεβάσει ηλεκτρονικές εκδόσεις των Μαρτύρων. Η προώθηση του ιστότοπου αποτελεί ποινικό αδίκημα.
Στις αρχές του 2016, ένας εισαγγελέας στο Βίμποργκ κατέθεσε αίτημα για να χαρακτηριστεί «εξτρεμιστική» η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Αγίων Γραφών, μια μετάφραση της Γραφής που εκδίδουν οι Μάρτυρες.
Εκτός του ότι περιορίζουν την ελευθερία έκφρασης, οι αρχές έχουν χρησιμοποιήσει τα έντυπα που συμπεριλήφθηκαν στον ΟΚΕΥ ως πρόφαση για να διενεργήσουν έρευνες κατά των τοπικών σωματείων των Μαρτύρων και να ασκήσουν διώξεις σε μεμονωμένους Μάρτυρες λόγω της θρησκευτικής τους δράσης.
Έρευνες και Καταδίκες—Πάγια Τακτική
Όταν ένα έντυπο συμπεριλαμβάνεται στον ΟΚΕΥ, απαγορεύεται η μαζική διανομή του, η παραγωγή του, καθώς και η αποθήκευσή του με σκοπό τη διανομή. Οι τοπικές αρχές έχουν εκμεταλλευτεί τη συγκεκριμένη διάταξη του νόμου για να εξασφαλίσουν δικαστικά εντάλματα ώστε να ψάξουν εκατοντάδες σπίτια Μαρτύρων και Αίθουσες Βασιλείας, αναζητώντας απαγορευμένα θρησκευτικά έντυπα.
Συχνά, οι έρευνες έχουν επιθετικό χαρακτήρα και οι αρχές κατάσχουν πολύ περισσότερα από όσα προβλέπει ο νόμος, παίρνοντας προσωπικά αντικείμενα και όλα τα θρησκευτικά έντυπα ανεξάρτητα από το αν συμπεριλαμβάνονται στον ΟΚΕΥ.
Τον Αύγουστο του 2010, στο Γιοσκάρ-Ολά, μια ομάδα 30 περίπου αξιωματικών της αστυνομίας, της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφάλειας (ΟΥΑ) και των ενόπλων ειδικών δυνάμεων διέκοψαν θρησκευτική συγκέντρωση. Οι αξιωματικοί άρπαξαν μερικούς Μάρτυρες και τους κρατούσαν σφιχτά από τον λαιμό με τα χέρια πισθάγκωνα. Οι αξιωματικοί έψαξαν τις εγκαταστάσεις και κατέσχεσαν προσωπικά αντικείμενα, έγγραφα και έντυπα.
Τον Ιούλιο του 2012, στη Δημοκρατία της Καρελίας, αξιωματικοί της ΟΥΑ οπλισμένοι με αυτόματα όπλα και φορώντας μάσκες του σκι επιτέθηκαν δημοσίως σε Μάρτυρα, τον έριξαν με το πρόσωπο πάνω στο καπό του αυτοκινήτου του και του γύρισαν τα χέρια πίσω από την πλάτη. Οι αξιωματικοί έψαξαν τα σπίτια αρκετών Μαρτύρων και κατέσχεσαν προσωπικά αντικείμενα, καθώς και θρησκευτικά έντυπα ανεξάρτητα από το αν συμπεριλαμβάνονταν στον ΟΚΕΥ.
Τον Μάρτιο του 2016, στη Δημοκρατία του Ταταρστάν, αστυνομικοί εισέβαλαν σε μια Αίθουσα Βασιλείας και σε αρκετά σπίτια Μαρτύρων. Κατέσχεσαν κομπιούτερ, προσωπικά τάμπλετ και θρησκευτικά έντυπα.
Οι αρχές επιβολής του νόμου βιντεοσκοπούν κρυφά τους Μάρτυρες στα σπίτια και στις Αίθουσες Βασιλείας τους. Βάζουν κοριούς στα τηλέφωνα των Μαρτύρων, παρακολουθούν τα e-mail τους και καταφεύγουν σε άλλα παράνομα μέσα για να συλλέξουν πληροφορίες. Προκειμένου να τεκμηριώσουν τους ισχυρισμούς τους περί εξτρεμισμού, μερικοί αστυνομικοί έφτασαν στο σημείο να τοποθετήσουν απαγορευμένα έντυπα των Μαρτύρων σε Αίθουσες Βασιλείας επιχειρώντας να κατασκευάσουν αποδεικτικά στοιχεία εναντίον τους. Ως αποτέλεσμα, πολλοί Μάρτυρες έχουν υποστεί ποινικές ή διοικητικές διώξεις.
Η Διάλυση των Σωματείων Οδηγεί σε Ποινικές Διώξεις
Εκτός από την άσκηση διώξεων σε μεμονωμένους Μάρτυρες, τα όργανα επιβολής του νόμου χρησιμοποιούν τα απαγορευμένα έντυπα που τοποθέτησαν στις Αίθουσες Βασιλείας ως «αποδεικτικά στοιχεία» προκειμένου να διαλύσουν τις τοπικές θρησκευτικές οργανώσεις (ΤΘΟ) των Μαρτύρων. * Όταν μια ΤΘΟ χαρακτηριστεί «εξτρεμιστική» και οδηγηθεί σε διάλυση, το Κράτος κατάσχει τα περιουσιακά της στοιχεία. Κατά συνέπεια, οι ντόπιοι Μάρτυρες χάνουν τους οίκους λατρείας τους. Αυτό έχει ήδη συμβεί στο Ταγκανρόγκ και στη Σαμάρα. Οι αρχές σε άλλες πόλεις ακολουθούν την ίδια τακτική.
Μετά τη διάλυση της ΤΘΟ στο Ταγκανρόγκ, οι αρχές ενήργησαν παράνομα εξισώνοντας τις συγκεντρώσεις για προσευχή και λατρεία με τη «συνέχιση της παράνομης δραστηριότητας μιας οργάνωσης που έχει τεθεί υπό απαγόρευση». Εφαρμόζοντας αυτή την τακτική, οι αρχές στο Ταγκανρόγκ καταδίκασαν 16 Μάρτυρες του Ιεχωβά απλώς και μόνο επειδή διεξήγαν ειρηνικές συγκεντρώσεις για λατρεία—τις ίδιες θρησκευτικές συγκεντρώσεις που διεξάγουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο. Για πρώτη φορά μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, αποτελεί πλέον ποινικό αδίκημα να ασκεί κανείς λατρεία ως Μάρτυρας του Ιεχωβά στο Ταγκανρόγκ.
Η Προειδοποίηση Προς το Διοικητικό Κέντρο Σηματοδοτεί Επικίνδυνη Κλιμάκωση
Αν οι αρχές προχωρήσουν σε διάλυση του Διοικητικού Κέντρου, θα το κλείσουν και θα απαγορεύσουν τις δραστηριότητές του σε ολόκληρη τη Ρωσία. Όπως οι ομόπιστοί τους στο Ταγκανρόγκ, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλη τη χώρα θα κινδυνεύουν με ποινικές διώξεις απλώς και μόνο επειδή παρακολουθούν Χριστιανικές συγκεντρώσεις και μιλούν σε άλλους για την πίστη τους. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Ρωσία θα μπορούσαν να βρεθούν σε μια κατάσταση στην οποία είναι ελεύθεροι να πιστεύουν ό,τι θέλουν αλλά δεν είναι ελεύθεροι να ασκούν τη θρησκεία τους μαζί με άλλους. *
Ο Φίλιπ Μπράμλεϊ, Νομικός Σύμβουλος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, δήλωσε: «Το γεγονός ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εξομοιώνονται με εξτρεμιστικές ομάδες και τα έντυπά τους συγκαταλέγονται με κείμενα βίαιων τρομοκρατών αποτελεί προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της δικαιοσύνης. Οι ρωσικές αρχές κάνουν καταχρηστική εφαρμογή ενός νόμου που αντίκειται στους διεθνείς κανονισμούς, στους κανόνες του Συμβουλίου της Ευρώπης, στη Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, καθώς και στο ίδιο το σύνταγμα της Ρωσίας. Τον χρησιμοποιούν για να καταστείλουν ειρηνικές θρησκευτικές δραστηριότητες και να πλήξουν το κέντρο δράσης των Μαρτύρων στη Ρωσία».
Ο Βασίλι Κάλιν, εκπρόσωπος του Διοικητικού Κέντρου, παρατήρησε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ασκούν τη λατρεία τους στη Ρωσία από τον 19ο αιώνα και υπέμειναν σκληρό διωγμό υπό το Σοβιετικό καθεστώς. Αργότερα, το Κράτος αναγνώρισε ότι υπήρξαμε θύματα καταπίεσης. Θέλουμε να συνεχίσουμε να ασκούμε ειρηνικά τη λατρεία μας στη Ρωσία. Οι συκοφαντικές κατηγορίες περί “εξτρεμισμού” εναντίον μας χρησιμοποιούνται απλώς για να συγκαλύψουν τη θρησκευτική μισαλλοδοξία όσων διαφωνούν με τις πεποιθήσεις μας. Δεν είμαστε εξτρεμιστές».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ευελπιστούν ότι η Ρωσία θα προστατέψει το δικαίωμά τους στην ελευθερία θρησκείας, όπως έχουν κάνει και πολλές άλλες χώρες. Επίσης, ζητούν από τη Γενική Εισαγγελία να σταματήσει την επίθεσή της προς το Διοικητικό Κέντρο και από τη Ρωσία να υποστηρίξει τα ανθρώπινα δικαιώματα των θρησκευτικών μειονοτήτων. Το ερώτημα είναι: Θα το κάνει αυτό η Ρωσία; Ή μήπως θα γυρίσει στα παλιά, καταπιέζοντας τους Μάρτυρες του Ιεχωβά όπως έκανε και στη Σοβιετική εποχή;
^ παρ. 4 «Καταληκτικές παρατηρήσεις για την έβδομη περιοδική έκθεση σχετικά με τη Ρωσική Ομοσπονδία», Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, CCPR/C/RUS/CO/7, 28 Απριλίου 2015, παράγραφος 20.
^ παρ. 7 «Εξέταση Εκθέσεων που Υποβλήθηκαν από Κράτη-Μέλη με Βάση το Άρθρο 40 του Συμφώνου, Καταληκτικές παρατηρήσεις της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Ρωσική Ομοσπονδία», Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, CCPR/CO/79/RUS, 1 Δεκεμβρίου 2003, παράγραφος 20.
^ παρ. 10 «Εκπλήρωση υποχρεώσεων και δεσμεύσεων από μέρους της Ρωσικής Ομοσπονδίας», Έγγραφο 13018, Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, με ημερομηνία 14 Σεπτεμβρίου 2012, παράγραφος 497.
^ παρ. 30 Στη Ρωσία, θρησκευτικές ομάδες που πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις μπορούν να σχηματίσουν σωματεία που αποκαλούνται «τοπικές θρησκευτικές οργανώσεις». Αυτά τα σωματεία δεν είναι υπεύθυνα για τις θρησκευτικές δραστηριότητες σε πανεθνικό επίπεδο αλλά απαρτίζονται από τοπικά μέλη εκκλησιών μιας μικρής περιοχής, για παράδειγμα μιας πόλης. Η ύπαρξη του σωματείου επιτρέπει, μεταξύ άλλων, στους πιστούς της περιοχής να νοικιάζουν ή να αγοράζουν ακίνητη περιουσία.
^ παρ. 33 Αυτό αποτελεί παραβίαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, το οποίο δηλώνει: «Διασφαλίζεται για κάθε άτομο το δικαίωμα στην ελευθερία συνείδησης και στην ελευθερία θρησκείας, περιλαμβανομένου του δικαιώματος να πρεσβεύει ατομικά ή μαζί με άλλους οποιαδήποτε θρησκεία ή καμία απολύτως θρησκεία, να επιλέγει ελεύθερα, να διακρατεί και να διαδίδει θρησκευτικές και άλλες απόψεις και να ενεργεί σύμφωνα με αυτές».
^ παρ. 40 Η Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά της Πενσυλβανίας (Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania) είναι ένα μη κερδοσκοπικό σωματείο που χρησιμοποιείται κυρίως για την υποστήριξη των παγκόσμιων δραστηριοτήτων των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Είναι κάτοχος των πνευματικών δικαιωμάτων των εντύπων των Μαρτύρων.