Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Συνέλευση σε καιρό απαγόρευσης, την οποία μερικοί παρακολουθούν μέσα από ένα καΐκι

ΙΝΔΟΝΗΣΙΑ

Αποφασισμένοι να Προχωρήσουν

Αποφασισμένοι να Προχωρήσουν

Όταν οι αδελφοί στο γραφείο τμήματος έμαθαν για την απαγόρευση, ανέλαβαν δράση. Ο Ρόναλντ Τζάκα λέει: «Μεταφέραμε τα εμπιστευτικά μας αρχεία, τα αποθέματα εντύπων και τα χρήματα του γραφείου τμήματος σε ασφαλή σημεία σε όλη την Τζακάρτα. Κατόπιν, μεταφέραμε το γραφείο τμήματος σε κάποια μυστική τοποθεσία και, χωρίς να δώσουμε στόχο, πουλήσαμε τα κτίρια που χρησιμοποιούσαμε ως τότε».

Οι περισσότεροι ντόπιοι αδελφοί παρέμειναν δραστήριοι και απτόητοι. Είχαν υπομείνει σφοδρές δοκιμασίες που κορυφώθηκαν με την απαγόρευση, αλλά δεν έχασαν στιγμή την εμπιστοσύνη τους στον Ιεχωβά. Μερικοί αδελφοί όμως πιάστηκαν απροετοίμαστοι. Ορισμένοι πρεσβύτεροι φοβήθηκαν και υπέγραψαν δηλώσεις με τις οποίες συμφωνούσαν να σταματήσουν το κήρυγμα. Άλλοι αποκάλυψαν τα ονόματα μελών της εκκλησίας. Το γραφείο τμήματος έστειλε ώριμους αδελφούς για να ενισχύσουν τις εκκλησίες και να βοηθήσουν όσους είχαν συμβιβαστεί. Επίσης, ο Τζον Μπουθ, μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, επισκέφτηκε την Ινδονησία και έδωσε κάποιες απαραίτητες πατρικές συμβουλές.

Ήταν φανερό ότι ο Ιεχωβά, ο Μεγάλος Ποιμένας, ενίσχυε και παρηγορούσε τον λαό του. (Ιεζ. 34:15) Οι πρεσβύτεροι άρχισαν να αναλαμβάνουν σε μεγαλύτερο βαθμό την πνευματική ηγεσία και οι ευαγγελιζόμενοι βρήκαν νέους και διακριτικούς τρόπους κηρύγματος. (Ματθ. 10:16) Πολλοί αδελφοί αγόραζαν σύγχρονες, οικονομικές Άγιες Γραφές από τη Βιβλική Εταιρία της Ινδονησίας και τις πρόσφεραν στους οικοδεσπότες, μεταδίδοντας διακριτικά το άγγελμα της Βασιλείας όπου ήταν εφικτό. Άλλοι αφαιρούσαν τη σελίδα του εκδότη από τα έντυπά μας και τα έδιναν στα ενδιαφερόμενα άτομα. Πολλοί σκαπανείς συνέχισαν να κηρύττουν παριστάνοντας τους πλασιέ, όπως έκαναν οι προκάτοχοί τους κατά την ιαπωνική κατοχή.

Μαργκαρέτε και Νόρμπερτ Χόισλερ

Κατόπιν, το 1977, το Υπουργείο Θρησκευμάτων επέφερε ακόμα ένα χτύπημα—αρνήθηκε να ανανεώσει τις ιεραποστολικές βίζες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Οι περισσότεροι ιεραπόστολοι διορίστηκαν σε άλλες χώρες. * Ένας από αυτούς, ο Νόρμπερτ Χόισλερ, ο οποίος υπηρέτησε μαζί με τη σύζυγό του, τη Μαργκαρέτε, στο Μανάντο του βόρειου Σουλαβέσι, θυμάται: «Εκατοντάδες αδελφοί και αδελφές ήρθαν στο αεροδρόμιο για να μας αποχαιρετήσουν. Φτάσαμε μέχρι τη σκάλα του αεροπλάνου και σταθήκαμε για να κοιτάξουμε πίσω. Μια θάλασσα από χέρια μάς χαιρετούσε και στον διάδρομο αντηχούσε η φωνή όλων των αδελφών που έλεγαν: “Σας ευχαριστούμε. Σας ευχαριστούμε που ήσασταν εδώ”. Επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο και μας έπιασαν τα κλάματα».

Βιαιότητες στη Σούμπα

Καθώς τα νέα της απαγόρευσης διαδίδονταν σε όλο το αρχιπέλαγος, η Κοινωνία των Εκκλησιών της Ινδονησίας παρότρυνε τα μέλη της να αναφέρουν στις αρχές οποιαδήποτε δράση των Μαρτύρων. Έτσι λοιπόν, σε πολλά νησιά ξεκίνησε ένα κύμα συλλήψεων και ανακρίσεων.

Στο Βαϊνγκάπου, στο νησί Σούμπα, ο περιφερειακός στρατιωτικός διοικητής κάλεσε 23 αδελφούς στο τοπικό στρατόπεδο και απαίτησε να υπογράψουν μια δήλωση με την οποία αποκήρυτταν την πίστη τους. Οι αδελφοί αρνήθηκαν, γι’ αυτό ο διοικητής τούς διέταξε να ξαναπάνε στο στρατόπεδο την επόμενη μέρα, πράγμα που σήμαινε ότι έπρεπε να περπατήσουν συνολικά 14 χιλιόμετρα.

Όταν οι αδελφοί παρουσιάστηκαν στον διοικητή νωρίς το επόμενο πρωί, εκείνος άρχισε να τους καλεί μπροστά έναν έναν και να τους διατάζει να υπογράψουν τη δήλωση. Κάθε φορά που κάποιος αρνούνταν να υπογράψει, οι στρατιώτες τον χτυπούσαν με αγκαθωτά κλαδιά. Μάλιστα ήταν τόσο μανιασμένοι ώστε άφησαν μερικούς από τους αδελφούς αναίσθητους. Στο μεταξύ, οι υπόλοιποι περίμεναν τη σειρά τους. Τελικά, ένας νεαρός αδελφός ονόματι Μάνι Κέλι έκανε ένα βήμα μπροστά και έγραψε κάτι στη δήλωση. Οι ομόπιστοί του απογοητεύτηκαν πολύ, αλλά ο διοικητής έγινε έξαλλος. Ο Μάνι είχε γράψει: «Σκοπεύω να παραμείνω Μάρτυρας του Ιεχωβά για πάντα!» Αν και τον ξυλοκόπησαν τόσο άγρια ώστε χρειάστηκε να νοσηλευτεί, πνευματικά παρέμεινε άθικτος.

Επί 11 μέρες, ο διοικητής προσπαθούσε να διαρρήξει την ακεραιότητα των αδελφών. Τους διέταζε να στέκονται όλη μέρα κάτω από τον καυτό, τροπικό ήλιο. Τους ανάγκαζε να σέρνονται με τα χέρια και τα πόδια για αρκετά χιλιόμετρα, καθώς και να τρέχουν μεγάλες αποστάσεις κουβαλώντας βαριά φορτία. Σε κάποια περίπτωση μάλιστα, τους διέταξε να χαιρετήσουν τη σημαία απειλώντας τους με την ξιφολόγχη στον λαιμό. Όταν εκείνοι αρνήθηκαν, έδωσε διαταγή να τους χτυπήσουν περισσότερο.

Κάθε πρωί, οι αδελφοί βάδιζαν κατάκοποι μέχρι το στρατόπεδο και αναρωτιούνταν ποια καινούρια βασανιστήρια τους περίμεναν. Καθ’ οδόν, προσεύχονταν μαζί και παρότρυναν ο ένας τον άλλον να μείνουν όσιοι. Και κάθε βράδυ, περπατούσαν με δυσκολία μέχρι το σπίτι, γεμάτοι μώλωπες και αίματα, αλλά χαρούμενοι επειδή είχαν μείνει πιστοί στον Ιεχωβά.

Μόλις το γραφείο τμήματος έμαθε ότι οι αδελφοί υφίσταντο κακομεταχείριση, έστειλε αμέσως τηλεγραφήματα διαμαρτυρίας στον στρατιωτικό διοικητή του Βαϊνγκάπου, στον περιφερειακό στρατιωτικό διοικητή του Τιμόρ, στον μέραρχο του Μπαλί, στον ανώτατο στρατιωτικό διοικητή της Τζακάρτα και σε άλλες κυβερνητικές αρχές που περιλαμβάνονταν. Νιώθοντας ντροπή που οι απεχθείς του πράξεις είχαν γίνει γνωστές σε όλη την Ινδονησία, ο στρατιωτικός διοικητής του Βαϊνγκάπου σταμάτησε να διώκει τους αδελφούς.

«Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Είναι σαν τα Καρφιά»

Τα επόμενα χρόνια, πάρα πολλοί Μάρτυρες σε όλη την Ινδονησία τέθηκαν υπό κράτηση, ανακρίθηκαν και υπέστησαν σωματική κακομεταχείριση. Ο ιεραπόστολος Μπιλ Πέρι θυμάται: «Σε μια περιοχή, αρκετοί αδελφοί είχαν χάσει τα μπροστινά τους δόντια από τα χτυπήματα. Όταν συναντούσαν κάποιον αδελφό που είχε ακόμα τα μπροστινά του δόντια, τον ρωτούσαν αστειευόμενοι: “Είσαι καινούριος ή μήπως συμβιβάστηκες;” Παρά τις δοκιμασίες, όσοι είχαν υποστεί διωγμό δεν έχασαν ποτέ τη χαρά τους ή τον ενθουσιασμό τους για την υπηρεσία του Ιεχωβά».

«Στη φυλακή έμαθα να στηρίζομαι περισσότερο στον Ιεχωβά και μάλιστα έγινα πιο ισχυρός πνευματικά»

Μέσα σε 13 χρόνια, 93 Μάρτυρες καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης που κυμαίνονταν από δύο μήνες ως τέσσερα χρόνια. Το μόνο που πέτυχε αυτή η κακομεταχείριση ήταν να κάνει τους αδελφούς πιο αποφασισμένους να παραμείνουν όσιοι στον Ιεχωβά. Έπειτα από οχτώ μήνες στη φυλακή, ο Μούσα Ράντε επισκέφτηκε τους αδελφούς της περιοχής του για να τους παροτρύνει να συνεχίσουν το κήρυγμα. Ο ίδιος είπε: «Στη φυλακή έμαθα να στηρίζομαι περισσότερο στον Ιεχωβά και μάλιστα έγινα πιο ισχυρός πνευματικά». Δεν είναι να απορεί κανείς που κάποιοι παρατηρητές δήλωσαν: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι σαν τα καρφιά. Όσο περισσότερο τα σφυροκοπάς, τόσο πιο βαθιά μπαίνουν».

Ευαγγελιζόμενοι πηγαίνουν να κηρύξουν στο Άμπον των νησιών Μαλούκου

^ παρ. 1 Επειδή οι παλαίμαχοι ιεραπόστολοι Πίτερ Βαντερχέκεν και Λεν Ντέιβις ήταν σε ηλικία συνταξιοδότησης και η Μάριαν Τάμπουναν (πρώην Στούβεϊ) είχε παντρευτεί Ινδονήσιο, μπορούσαν να μείνουν στη χώρα. Και οι τρεις τους παρέμειναν πνευματικά δραστήριοι, όντας παραγωγικοί στο έργο καθ’ όλη τη διάρκεια της απαγόρευσης.