Φταίει η Θρησκεία;
Φταίει η Θρησκεία;
Ο ΚΛΗΡΙΚΟΣ και συγγραφέας Τζόναθαν Σουίφτ έγραψε στις αρχές του 18ου αιώνα: «Έχουμε αρκετή θρησκεία για να μας κάνει να μισούμε, αλλά δεν έχουμε αρκετή για να μας κάνει να αγαπάμε ο ένας τον άλλον». Πολλοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι η θρησκεία αποτελεί διαιρετικό μάλλον παρά ενωτικό παράγοντα. Δεν συμφωνούν όμως όλοι.
Πάρτε για παράδειγμα το συμπέρασμα μιας ομάδας ερευνητών στο Τμήμα Σπουδών Ειρήνης του Πανεπιστημίου του Μπράντφορντ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Βρετανικό Ραδιοτηλεοπτικό Ίδρυμα (BBC) ανέθεσε σε αυτή την ομάδα να δώσει μια τεκμηριωμένη απάντηση στο ερώτημα αν η θρησκεία αποτελεί παράγοντα ειρήνης ή πολέμου.
Σε έκθεσή τους που δημοσιεύτηκε, αυτοί οι ερευνητές δήλωσαν: «Αφού ανασκοπήσαμε τις ιστορικές αναλύσεις διαφόρων ειδικών, συμπεράναμε ότι οι καθαρά θρησκευτικοί πόλεμοι ήταν λίγοι τα τελευταία 100 χρόνια». Εξήγησαν επίσης ότι μερικοί πόλεμοι «που παρουσιάζονται συχνά στα μέσα ενημέρωσης ή αλλού ως πόλεμοι για τη θρησκεία ή ως πόλεμοι που πηγάζουν από θρησκευτικές διαφορές είναι στην ουσία πόλεμοι εθνικισμού, απελευθέρωσης εδαφών ή αυτοάμυνας».
Ωστόσο, πολλοί άλλοι ισχυρίζονται ότι οι κληρικοί, είτε με τις πράξεις τους είτε με τη σιωπή τους, έχουν ανεχτεί αλλά και υποστηρίξει ενεργά πολλές ένοπλες συγκρούσεις, όπως δείχνουν τα ακόλουθα αποσπάσματα:
● «Φαίνεται πως η θρησκεία σχεδόν παντού συνδέεται με τη βία. . . . Τα πρόσφατα χρόνια, έχει ξεσπάσει θρησκευτική βία ανάμεσα στους δεξιούς Χριστιανούς στις ΗΠΑ, ανάμεσα σε οργισμένους Μουσουλμάνους και Εβραίους στη Μέση Ανατολή, ανάμεσα σε αντιμαχόμενους Ινδουιστές και Μουσουλμάνους στη Νότια Ασία, καθώς και σε θρησκευτικές κοινότητες ιθαγενών στην Αφρική και στην Ινδονησία. . . . Οι εμπλεκόμενοι βασίζονται στη θρησκεία για να τους δώσει πολιτική ταυτότητα και να νομιμοποιήσει εκδικητικές ιδεολογίες».—Τρόμος με Πρόσχημα το Νου του Θεού—Η Παγκόσμια Άνοδος της Θρησκευτικής Βίας (Terror in the Mind of God—The Global Rise of Religious Violence).
● «Η ειρωνεία είναι ότι τα χειρότερα κοινωνικά δεινά παρατηρούνται σε χώρες με ισχυρό θρησκευτικό συναίσθημα. . . . Η έντονη θρησκευτικότητα δεν έχει καταφέρει να αποτρέψει τη φοβερή άνοδο της εγκληματικότητας. . . . Τα στοιχεία λένε σχεδόν ξεκάθαρα: Αν θέλετε να ζήσετε σε ένα περιβάλλον ασφαλές, αξιοπρεπές, εύτακτο και “πολιτισμένο”, αποφύγετε τα μέρη όπου είναι έντονη η παρουσία της θρησκείας».—Ιερό Μίσος (Holy Hatred).
● «Οι Βαπτιστές είναι πολύ πιο γνωστοί για τη συμμετοχή τους σε πολέμους παρά για την ειρηνευτική τους δράση. . . . Όταν το ζήτημα της δουλείας [στην Αμερική] και άλλες εξελίξεις δίχασαν τα θρησκεύματα και κατόπιν ολόκληρο το έθνος το δέκατο ένατο αιώνα, οι Βαπτιστές τόσο στο Βορρά όσο και στο Νότο υποστήριζαν την πολεμική προσπάθεια ως δίκαιη σταυροφορία και θεωρούσαν ότι ο Θεός ήταν με το μέρος τους. Συμπορεύτηκαν με την εθνική προσπάθεια στους πολέμους με την Αγγλία
(1812), το Μεξικό (1845) και την Ισπανία (1898), δικαιολογώντας τους τελευταίους δύο “κυρίως με το σκεπτικό ότι θα έφερναν θρησκευτική ελευθερία σε καταπιεσμένους λαούς και θα άνοιγαν νέους ορίζοντες για το ιεραποστολικό έργο”. Το θέμα δεν είναι ότι οι Βαπτιστές προτιμούσαν τον πόλεμο από την ειρήνη, αλλά ότι, ως επί το πλείστον, όταν ο πόλεμος γινόταν πραγματικότητα, υποστήριζαν την προσπάθεια και συμμετείχαν σε αυτήν».—Επιθεώρηση και Ανάλυση—Θεολογικό Περιοδικό των Βαπτιστών (Review and Expositor—A Baptist Theological Journal).● «Οι ιστορικοί έχουν διαπιστώσει ότι, στις περισσότερες εποχές και σχεδόν σε όλους τους ποικίλους λαούς και πολιτισμούς του κόσμου, υπήρχε θρησκευτική υποκίνηση συνήθως σε αμφότερες τις παρατάξεις κάθε δεδομένου πολέμου. Η πανάρχαιη ιαχή “οι θεοί είναι μαζί μας” ήταν ένα από τα πρώτα και πειστικότερα καλέσματα στη μάχη».—Η Εποχή των Θρησκευτικών Πολέμων, 1000-1650—Εγκυκλοπαίδεια των Πολέμων και των Πολιτισμών του Κόσμου (The Age of Wars of Religion, 1000-1650—An Encyclopedia of Global Warfare and Civilization).
● «Οι θρησκευτικοί ηγέτες . . . πρέπει να αναλογιστούν με πιο κριτική διάθεση το γεγονός ότι απέτυχαν ως πρωτοστάτες και προασπιστές των αληθινών αξιών που αποτελούν τη βάση των θρησκειών τους. . . . Είναι αλήθεια πως όλες οι θρησκείες φιλοδοξούν να φέρουν την ειρήνη, αλλά είναι αμφίβολο το αν η θρησκεία εκπλήρωσε ποτέ αυτόν το ρόλο».—Βία εν Ονόματι του Θεού—Η Θρησκεία σε μια Εποχή Συγκρούσεων (Violence in God’s Name—Religion in an Age of Conflict).
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας, αμέτρητοι κληρικοί και στρατιωτικοί ιερείς από όλες τις κύριες θρησκείες του Χριστιανικού κόσμου (Καθολικοί, Ορθόδοξοι και Προτεστάντες) έχουν χρησιμοποιηθεί για να τονώνουν το ηθικό των στρατευμάτων και για να προσεύχονται για τους νεκρούς και τους ετοιμοθάνατους—σε αμφότερες τις παρατάξεις κάθε σύγκρουσης. Προσφέροντας αυτή την υποστήριξη, ο κλήρος έχει ανεχτεί την αιματοχυσία και έχει δώσει την ευλογία του σε όλες τις στρατιωτικές δυνάμεις.
Παρ’ όλα αυτά, μερικοί ίσως εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι δεν φταίει η θρησκεία για τους πολέμους. Αλλά το ερώτημα είναι: Έχει ευοδωθεί καμιά προσπάθεια της θρησκείας να ενώσει την ανθρωπότητα;
[Πλαίσιο στη σελίδα 5]
«Ο Αιδεσιμότατος Δρ Τσαρλς Α. Ίτον, πάστορας της Εκκλησίας των Βαπτιστών της Λεωφόρου Μάντισον, ανακοίνωσε χτες από άμβωνος ότι τα γραφεία της εκκλησίας του θα λειτουργήσουν ως κέντρο κατάταξης για όσους επιθυμούν να υπηρετήσουν είτε στο στρατό είτε στο ναυτικό.
»Ήταν ένας από τους τουλάχιστον δέκα κληρικούς της πόλης που έκαναν πολεμικά κηρύγματα στην κυριακάτικη λειτουργία, παροτρύνοντας άντρες και γυναίκες να αποδείξουν την αφοσίωσή τους στο έθνος και στη δημοκρατία προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στον πόλεμο με την πρώτη ευκαιρία. Πολλές εκκλησίες ήταν στολισμένες με σημαίες».—Εφημερίδα “The New York Times”, 16 Απριλίου 1917.